Το κλασικό μοντέλο προβολικής ευθείας έχει ως στοιχεία (σημεία) τις κλάσεις ισοδυναμίας X= [x] = [x1, x2] σημείων του R2-{(0,0)} που διαφόρουν κατά μη-μηδενική πολλαπλασιαστική σταθερά.
Γιά κάθε μη-μηδενικό διάνυσμα του R2, το A=[a] συμβολίζει σημείο της προβολικής ευθείας και το a λέγεται ένας αντιπρόσωπος του σημείου. Δύο αντιπρόσωποι {a, a'} ορίζουν το ίδιο (προβολικό) σημείο τότε και μόνον όταν a' = ka, με μη-μηδενικό πραγματικό αριθμό k.
Ένα άλλο μοντέλο προβολικής ευθείας είναι αυτό της ευκλείδειας ευθείας στο οποίο προσθέτουμε ένα σημείο που ονομάζομε σημείο στο άπειρο της ευθείας. Η προσθήκη αυτού του σημείου λέγεται προβολικοποίηση της ευθείας. Η προβολικοποίηση περιγράφεται με το επόμενο σχήμα:
Θεώρησε ως ευκλείδεια ευθεία την περιγραφόμενη με την εξίσωση (σε καρτεσιανές συντεταγμένες) L: y=1, που είναι παράλληλος του x-άξονα.
Κάθε προβολικό σημείο που παρίσταται με [x1,x2], με μη-μηδενικό x2, τέμνει την L στο σημείο (t,1) με t=x1/x2. Η ευθεία η παράλληλος της L, που είναι βέβαια ο x-άξονας και ορίζει το αντίστοιχο προβολικό σημείο [x1,0], προσθέτει το απαραίτητο σημείο στο άπειρο της L, θεωρούμενο σαν τομή (στο άπειρο) των δύο παραλλήλων ευθειών.
Το σύνολο των ευθειών A* όλων των ευκλειδείων ευθειών του επιπέδου που διέρχονται απο το A γενικεύει το τυπικό μοντέλο της προβολικής ευθείας. Συχνά το A* ονομάζεται δέσμη των ευθειών διά του A.
Τα ζεύγη (x1,x2) που ορίζουν το σημείο [x1,x2] της προβολικής ευθείας λέγονται ομογενείς προβολικές συντεταγμένες του σημείου. Ορίζονται με απροσδιοριστία μιάς μη-μηδενικής σταθεράς, αφού το (kx1,kx2) ορίζει το ίδιο (προβολικό) σημείο. Επίσης παραμετρίζουν όλα τα σημεία της προβολικής ευθείας εκτός ενός.
Προφανώς ένα άλλο σύστημα συντεταγμένων (x'1,x'2) του R2 (με την ίδια αρχή) σχετίζεται με το (x1,x2) μέσω ενός αντιστρέψιμου πίνακα:
Γιά τα αντίστοιχα πηλίκα t'=x'1/x'2, t=x1/x2 ορίζεται μιά ομογραφική σχέση:
Τρία σημεία {A,B,C} της προβολικής ευθείας ορίζουν μιά προβολική βάση και μέσω αυτής ένα αντίστοιχο σύστημα ομογενών συντεταγμένων. Στο κλασικό μοντέλο της προβολικής ευθείας η δουλεία ανάγεται στο R2.
Τα (προβολικά) σημεία ορίζουν τρεις ευθείες {a,b,c}: A=[a], B=[b], C=[c]. Τα διανύσματα επιλέγονται έτσι ώστε c=a+b. Η συνθήκη αυτή ορίζει τα {a,b,c} με αοριστία μιάς μη-μηδενικής σταθεράς. Το ομογενές σύστημα συντεταγμένων προκύπτει από την βάση {a,b} γράφοντας κάθε σημείο D της ευθείας ως προς αυτήν την βάση: D=[d], όπου d=d1a+d2b. Στο D αντιστοιχούμε το (d1,d2).
Προφανώς σε αυτό το σύστημα τα σημεία {A,B,C} έχουν αντίστοιχα συντεταγμένες {(1,0), (0,1), (1,1)}.
Το C λέγεται συντονιστής ή μοναδιαίο της προβολικής βάσης {A,B,C}. Χρησιμοποιείται γιά την στάθμιση του συστήματος. Η στάθμιση γίνεται προβάλλοντας κάποιο c το οποίο παράγει το C=[c] παράλληλα προς τις άλλες ευθείες που ορίζονται από τα {A,B}.
Μιά απεικόνιση F: M --> N μεταξύ δύο προβολικών ευθειών {M,N} λέγεται προβολικότητα, όταν η παράστασή της σε ομογενείς συντεταγμένες είναι μιά γραμμική απεικόνιση.
Τούτο σημαίνει ότι διαλέγοντας προβολικές βάσεις {A,B,C} στην M και {A',B',C'} στην N και χρησιμοποιώντας τα αντίστοιχα συστήματα συντεταγμένων (x,y) και (x',y'), η απεικόνιση Q=F(P) περιγράφεται μέσω αντιστρεψίμου πίνακα:
Επειδή η αλλαγή ομογενών συντεταγμένων σε κάθε προβολική ευθεία γίνεται μέσω αντιστρεψίμων πινάκων, μιά τέτοια αλλαγή αντικαθιστά τον πίνακα U με έναν της μορφής U'=XUY, όπου {X,Y} είναι επίσης αντιστρέψιμοι πίνακες σχετιζόμενοι με τις αλλαγές συντεταγμένων στις ευθείες M και N.
Το πιό διάσημο παράδειγμα προβολικότητας είναι η προοπτικότητα προβολικών ευθειών κατά την οποία σημεία δύο προβολικών ευθειών {M,N} απεικονίζονται Q=F(P), έτσι ώστε η ευθεία PQ να διέρχεται διά σταθερού σημείου R, που ονομάζεται κέντρο της προοπτικότητας.
Η εικόνα περιγράφει την απεικόνιση. Γιά να επαληθεύσουμε τον ορισμό παίρνουμε το R ως αρχή των αξόνων και ως προβολικές βάσεις στις δύο ευθείες τα {A,B,C} στην M και {A'=F(A),B'=F(B),C'=F(C)} στην N. ως προς αυτές τις βάσεις η F περιγράφεται με τον την ταυτοτική (x'(Q),y'(Q)) = (x(P),y(P)), που είναι η απλούστερη γραμμική απεικόνιση.
Το Ορθογώνιας υπερβολής σχέση εξετάζει την περιγραφή μιάς τέτοιας απεικόνισης σε πιό γενικά συστήματα ομογενών συντεταγμένων γιά τις δύο ευθείες M και N.
Γιά τον ορισμό του διπλού (ή αναρμονικού λόγου) δύο σημείων {P,Q,U,V} μιάς προβολικής ευθείας χρησιμοποιούμε ένα ομογενές σύστημα συντεταγμένων {(x1(P),y1(P)), (x2(Q),y2(Q)), (x3(U),y3(U)), (x4(V),y4(V))}. Κατόπιν ορίζουμε τα πηλίκα {p=x1/y1, q=x2/y2, u=x3/y3, v=x4/y4} και τελικά τον διπλό λόγο
Το σημαντικό είναι ότι παρόλο που χρησιμοποιούμε ομογενείς συντεταγμένες, ο αριθμός που ορίζουμε δεν εξαρτάται από το ειδικό σύστημα που χρησιμοποιούμε. Πράγματι, χρησιμοποιώντας ένα άλλο σύστημα ομογενών συντεταγμένων, το {p,q,u,v} απεικονίζεται στο {p',q',u',v'} έτσι ώστε:
Με άλλα λόγια τα {p,q,u,v} και {p',q',u',v'} συνδέονται μέσω μιάς ομογραφικής σχέσης και το κλειδί εδώ είναι ότι μιά τέτοια σχέση διατηρεί τον διπλό λόγο (τούτο χρειάζεται έναν μικρό υπολογισμό) δηλαδή:
Παρατήρηση-1 Η ίδια αιτία, δηλαδή η διατήρηση του διπλού λόγου από ομογραφικές σχέσεις συνεπάγεται ότι οι προβολικότητες ευθειών διατηρούν τον διπλό λόγο. Τούτο σημαίνει ότι γιά κάθε προβολικότητα F : M --> N μεταξύ δύο προβολικών ευθειών και κάθε τετράδα σημείων της M σε γενική θέση (δη. χωρίς συμπτώσεις) {P,Q,U,V} και τις εικόνες τους {P'=F(P),Q'=F(Q),U'=F(U),V'=F(V)} έχουμε:
Παρατήρηση-2 Παίρνοντας τα {P,Q} σαν τα δύο πρώτα σημεία μιάς προβολικής βάσης, ως προς την οποια αυτά τα σημεία έχουν συντεταγμένες {(1,0) , (0,1)}, έχουμε ότι p=inf (inf συμβολίζει το "άπειρο") και q=0, και ο διπλός λόγος γίνεται:
Όπου (u1,u2) και (v1,v2) είναι αντίστοιχα οι συντεταγμένες των {U,V} ως προς αυτή την βάση.
Η πανταχού παρούσα ομογραφική σχέση εξετάζεται λεπτομερέστερα στο Ομογραφική σχέση .
Όπως είδαμε, ο διπλός λόγος είναι ανεξάρτητος κάθε έννοιας μήκους. Ωστόσο γιά ευθείες του ευκλειδείου επιπέδου μπορούμε να υπολογίσουμε τον διπλό λόγο με διάφορες μετρήσεις που σχετίζονται με τα τέσσαρα σημεία {A,B,C,D} της ευθείας. Το επόμενο σχήμα εξηγεί τις σχέσεις μεταξύ του αρχικού μη-μετρικού ορισμού του διπλού λόγου και την έκφρασή του μέσω μετρήσεων μηκών.
Το σχήμα δείχνει πως οι συντεταγμένες των σημείων {[a],[b],[c],[x]} εξαρτώνται από τα ειδικά διανύσματα {a,b,c,x} που παριστάνουν αυτά τα σημεία. Το διάνυσμα x αναλύεται ως προς την βάση {a',b'}, η οποία με την σειρά της προσδιορίζεται από τις (παράλληλες) προβολές {a',b'} του c πάνω στα {a,b} και όχι από τα ίδια τα {a,b}. Αυτό δείχνει πως το διάνυσμα συντονιστής c σταθμίζει τα διανύσματα της βάσης (οδηγώντας στην νέα βάση {a',b'}).
Έτσι γράφουμε, x = xa'a'+xb'b', και συμβολικά: [x] = xa'[a] + xb'[b], ή X = xa'A+xb'B.
Το ζεύγος (xa',xb') δίδει τις προβολικές συντεταγμένες του X ως προς την προβολική βάση (της ευθείας) που ορίζεται από τα τρία σημεία {A=[a']=[a], B=[b']=[b], C=[c]}.
Ο αριθμός d = xa'/xb' ταυτίζεται με τον διπλό λόγο (A,B,C,X)=(xa/xb):(ca/cb), όπου οι συντεταγμένες (xa,xb) και (ca,cb) λαμβάνονται ως προς {a,b} ή οποιοδήποτε άλλο σύστημα {ra,sb} μη-μηδενικών πολλαπλασίων του {a,b}.
Παρατήρηση-1 Ο λόγος xa/xb εκφράζεται και με τις προσημασμένες αποστάσεις d(x,a)/d(x,b). Η σχέση προκύπτει εφαρμόζοντας το θεώρημα ημιτόνου στα τρίγωνα axax και xxbb (και τα δύο όμοια του aOb), κατά το οποίο, d(x,a)=pxb και d(x,b)=qxa, όπου {p,q} εξαρτώνται από το σταθερό τρίγωνο aOb. Έτσι:
d(x,a)/d(x,b) = (xb/xa)(p/q).
Παρατήρηση-2 Οι αποστάσεις {d(x,a), d(x,b)} μπορούν να εκφρασθούν μέσω των αποστάσεων {d(X,[a]),d(X,[b])} του X από τις ευθείες {a,b} αντιστοιχα. Πράγματι, d(X,[a])=r*d(x,a), d(X,[b])=s*d(x,b), όπου τα {r,s} συμβολίζουν τα ημίτονα στις γωνίες {a,b}. Έτσι
d(X,[a]):d(X,[b]) = (d(x,a)/d(x,b))*(r/s) = (xb/xa)*(p/q)*(r/s).
Συνολικά έχουμε τις επόμενες δυνατότητες γιά τον υπολογισμό του διπλού λόγου:
Η τελευταία έκφραση προκύπτει από την (5) διαιρώντας και τα δύο μέρη του λόγου d(X,[b])/d(X,[a]) με την απόσταση d(O,X) και τα δύο μέρη του λόγου d(C,[b])/d(C,[a]) με την απόσταση d(O,C). Στις δύο τελευταίες εκφράσεις τα σημεία {A,B,C,X} ταυτίζονται με σημεία της ευκλείδειας ευθείας-φορέα τους.
Υπόθεσε ότι οι ευθείες OA, OB δίδονται αντίστοιχα από εξισώσεις {f(x,y)=0, g(x,y)=0}. Όπου f(x,y)=px+qy+r και g(x,y)=p'x+q'y+r'. Γιά κάθε άλλο σημείο του επιπέδου P=(p1,p2) έστω f(P) ο αριθμός f(p1,p2), που είναι ένα πολλαπλάσιο της απόστασης του P από την ευθεία f(x,y)=0. Έτσι, g(X)/f(X) = k*(d(X,[b])/d(X,[a])), όπου k είναι σταθερά ανεξάρτητη του X. Αυτό οδηγεί σε μιά ακόμη απλή έκφραση του διπλού λόγου μέσω των συναρτήσεων {f,g} που περιγράφουν τις ευθείες {OA,OB}: